Η τέχνη της ηδονής | Louis Aragon, 1921
”Η αίσθηση που σε ζωντανεύει, που σε συνεπαίρνει, που σε κυριεύει, χωρίς να μπορείς να την καθορίσεις, λέγεται desir στα γαλλικά, μια λέξη που η λατινική της μετάφραση είναι ακριβώς η λέξη έρωτας. Με τον πολυμήχανο αυτόν τρόπο, οι Αρχαίοι υπογράμμιζαν ότι η κίνηση εκείνη είναι που κάνει την ομορφιά τούτου του πάθους. Ο πόθος δεν είναι παρά η προσμονή της ηδονής, συνοδευόμενη απο την προκαταβολική αναπαράσταση του αντικείμενου της παραφοράς μας. Μόνο η δική του δύναμη είναι απεριόριστη, και όχι η δύναμη του έρωτα.
Μεταμορφώνει, κατά το κέφι του, τις ατέλειες σε ομορφιές, ερμηνεύει τα δεδομένα των αισθήσεων σύμφωνα με την ιδανική εικόνα που έχουμε σχηματίσει, έτσι που την πετυχαίνουμε πάντα χωρίς να αστοχούμε, σβήνει μέσα μας όσες έγνοιες είναι ξένες προς την ιδέα που μας κατέχει, και απλοποιεί την υπερβολικά περίπλοκη εκείνη ψυχολογία, που στέκεται εμπόδιο στο μεγαλείο των πράξεων μας. Έτσι, με μια διπλή ενέργεια, που το αποτέλεσμα της άφευκτα αναβλύζει, ο πόθος μεταμορφώνει τον κόσμο κι εμάς τους ίδιους, ομορφαίνοντας τους με την ίδια ορμή χωρίς να επεκταθώ ιδιαίτερα σε λεπτομέρειες που δύσκολα μπορούν να έρθουν στο φως.”
Ανισέ ή το Πανόραμα, Louis Aragon, 1921
μτφ Γιώργος Σπανός
An orange on the table, your dress on the rug, and you in my bed, sweet present of the present, cool of night, warmth of my life.
Love is so simple.
Jacques Prevert
.
Being kissed on the back
of the knee is a moth
at the windowscreen.
Anne Sexton – Knee Song
.
Όταν αναγνώστη θα κάνεις έρωτα στάσου κι εσύ μία στιγμή. Μα η Ειρήνη από τέτοια δεν καταλαβαίνει. Αφήνει τα νεφρά της να σπρώχνουν σαν τρελά όπως ακριβώς αφήνει κανείς να του ξεφεύγουν τρελές κραυγές. Κουνά κυκλικά τη λεκάνη και την κοιλιά της, λυγίζει σαν τόξο το σώμα της, τα σκέλια της μισανοίγουν και πάνε να κολλήσουν στο όργανο του ακινητοποιημένου άντρα. Αυτός, με μια μεγαλοπρεπή κίνηση τραβιέται πίσω δείχνοντας στη σύντροφό του πως ο πόθος του γι’ αυτήν καθόλου δεν μειώθηκε: από το καταφύγιο που συστέλλεται από συνεχείς σπασμούς βγάζει μια τεράστια καπνίζουσα ψωλή. Τούτη δω όμως καθόλου δεν το δέχεται, ορθώνεται και τρέμει καθώς το ευαίσθητο άκρο της εγκαταλείπει, χαϊδεύοντάς το, το άνοιγμα του άντρου που την κυνηγά.
And when she’s alone again, as truly alone in the world as she’s always felt herself to be, she looks at herself in a bamboo-framed mirror. Beautiful face, aglow with the taste of carnal pleasure, disdainful and avid … and above all an indefinable look in which can be sensed unspecified danger, sensuality triumphant and a sort of intoxicating vulgarity. She likes what she sees … around her drifts a great brunette fragrance, scent of happy brunette, in which the idea of others dissolves.
Le Con d'Irène / 1928 / Louis Aragon / as Albert de Routisie / μτφ. Ανδρέας Νεοφυτίδης
.