Ταξίδι στη Ρόδο, Οκτώβριος 1850 | Gustave Flaubert

0
Gustave2BFlaubert

Μένουμε σ’ ένα σπίτι όπου μια γυναίκα έγκυος κοντούλα με μεγάλη κοιλιά κι ένα βρόμικο παιδί αλέθει σιτάρι στον πέτρινο χειρόμυλο. Όσο κάθομαι έξω  στην πεζούλα, μια γριά γνέθει με τ’ αδράχτι, όρθια, δίπλα μας’ έχει γλυκό ύφος, ούτε ένα δόντι, μακρύ πιγούνι και σουβλερό, τα μαλλιά της πιο άσπρα κι απ’ το βαμβάκι που γνέθει. Απ’ το φόβο για τις ψείρες πάω να πλαγιάσω στη ταράτσα του γειτονικού σπιτιού, δίπλα στα μουλάρια, όπου και μένω με τα ρούχα μου και μες στη βροχή ως τις δύο η ώρα το πρωί. Ο ουρανός σκεπασμένος με τα άστρα, κάπου-κάπου περνούσε ένα σύννεφο από πάνω, τα σκέπαζε και ξεσπούσε πάνω μου, μετά ο ουρανός φώτιζε ξανά στ’ αριστερά μου, ξαναφαίνονταν τα άστρα και τα σύννεφα ξαναγύριζαν’ άκουγα τη βροχή να πέφτει πάνω στην κουκούλα του παλτού μου, κατεβασμένη στο πρόσωπό μου, όπως πάνω στην κουκούλα ενός καμπριολέ. Στο τέλος καθώς βρισκόμουν στη μέση ενός νερόλακου, χώθηκα στο κρησφύγετο, όπου όλοι κοιμόντουσαν καταγής κι ο Μαξίμ κοντά στο σβησμένο τζάκι. Μόλις πέρασε μια ώρα, όπως ήμουν καθισμένος με τους αγκώνες πάνω στα γόνατα, πλάγιασα χάμω, πολύ κοντά στην πόρτα κι αποκοιμήθηκα ως τις έξι.

…Ένας Έλληνας παπάς έρχεται  να μας επισκεφτεί’ τελικά δεν μπόρεσε να μας πει γιατί στις εκκλησιές τους ο Αϊ-Γιάννης αναπαριστανόταν  φτερωτός και γιατί στη Λίνδο ο Άγιος Χριστόφορος είχε κεφάλι ζώου, κάτι ανάμεσα σε γάιδαρο και σε λαγό…

…Γευματίζουμε στο σπίτι του οδηγού μας του Δημήτρη. Στον τοίχο κρέμονται 277 βαθιά και ρηχά πιάτα, χωρίς να μετρήσουμε τα ποτήρια και τις καράφες. Καπνίζουμε στο πατάρι ανάμεσα στα τσουβάλια με τα σιτηρά’ πάνω απ’ τα κεφάλια μας δυο δέρματα που στεγνώνουν, ασκοί για το κρασί. Σε μια γωνιά σωρός μαξιλάρια, γεμισμένες με μαλλί’ γύρω μας πολλά όμορφα ξανθά παιδιά…

… Ανηφορίζουμε ξανά και κατηφορίζουμε διαδοχικά δυο λόφους. Ο ήλιος είναι πολύ ζεστός, βαδίζω μ’ έξαψη, ο μόνος τρόπος να νιώθω ότι προχωρώ,τόσο έχω εξοντωθεί από την αϋπνία, όλες τις προηγούμενες νύχτες, κι απ’το μουλάρι μου που το καταριέμαι απ’ το βάθος της καρδιάς μου…

…Καταλύουμε σε μια χήρα καμιά σαρανταριά χρονών, με ύποπτη φήμη κι ανυπόληπτη στο χωριό, επειδή είχε πάρε-δώσε με κάποιον πειρατή, άλλοτε όμορφη. Μωσαϊκά με ασπρόμαυρα βότσαλα, εσωτερικό καθαρό, ένα βιολί πάνω απ’ το ντιβάνι…

CEA4CEB1CEBECEAFCEB4CEB92BCF83CF84CEB72BCF81CF8CCEB4CEBF…Ο Μαξίμ πάει να δει το ναό κι εγώ δεν μπορώ ν’ αποχωριστώ το φρούριο, μένω κοντά του όσο πιο πολύ γίνεται. Απ’ όλο το νησί της Ρόδου αυτό μ’ εντυπωσίασε περισσότερο.

Gustave Flaubert, Το ταξίδι στη Ρόδο
μτφ: Τατιάνα Τσαλίκη – Μηλιώνη

* Ο Flaubert κι ο επιστήθιος φίλος του Maxime Du Camp αποφασίζουν να ταξιδέψουν στην Ανατολή. Επιβιβάζονται στο επιβατικό Le Nil στις 4/11/1849 στη Μασσαλία με προορισμό την Αλεξάνδρεια. Ταξιδεύουν τρεις, ο Flaubert, ο Maxime κι ο υπηρέτης του Κορσικανός Λουδοβίκος Σασέτι.
Την  1η Οκτωβρίου 1850 κατευθύνονται στη Ρόδο. Ακολουθεί καραντίνα για 5 μέρες.
Στις 8 αποβιβάζονται στη νησί όπου παραμένουν μια βδομάδα μόνο’ λόγω των κακών καιρικών συνθηκών αναγκάζονται να επισπεύσουν την αναχώρηση τους για την Τουρκία.
Στις 18 Δεκεμβρίου θα επιστρέψουν στην Ελλάδα. Θα επισκεφτούν τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο και στις 9 Δεκεμβρίου θα φύγουν από την Πάτρα για την Ιταλία. Τον Ιούνιο του 1851 το ταξίδι έχει τελειώσει κι ο συγγραφέας βρίσκεται ξανά στην απομόνωση του στο Croisset.

Η διαδρομή που ακολούθησε ο Flaubert >

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *