Τραγούδια / Σκοποί / Νανούρισματα / Μαντινάδες | Κάρπαθος
* καταδέχουμουν
Δέρνε με μάνα σιανά
Δέρνε με μάνα σι(γ)ανά, μη μας ακού’ ‘πο τη Φραγκιά
και ‘μένα Φράγκος μ’ αγαπά, Φραγκόπουλο ‘που τη Φραγκιά
κι από τη(ν) πόρτα μας περνά, και Φράγκικα με χαιρετά.
-Ώρα καλή Μαντόνα μου,
-Καλώς το, το Σουλτάνο μου,
Αμ’ ήδειρε με η μάνα μου, γιατί μιλείς αντάμα μου.
-Αφού η μάνα σου χολιά, δε σου μιλώ πουλί μου πια…
Constantine Manos, Hopscotch on a rooftop, Karpathos, Olympos, Greece 1964
Νανούρισμα
Κοιμήσου γιε μου καλογιέ, και γιε μου δυοματάρη,
για να μου γλυκοκοιμηθείς και ν’ αλαφροξυπνήσεις.
Να μεαλήνεις να ‘ενείς μεάλο παληκάρι,
να χτενιστείς να διαρνιστείς, να στολιστείς ν’ αλλάξεις,
ν’ αρματωθείς με το σπαθί και τ’ αργυρό κοντάρι.
Να καλικέψεις τ’ άλογο, που πορπατεί και δρέμει,
με τα σελοχαλίναρα τ’ χρουσοκεντημένα…
..νάνι νάνι νάνι νάνι κι όπου το πονεί να γειάνει
..νάνι τον υιό μου, και το φως των εμαδιώ μου.
Κωνσταντίνος Μάνος, Το σχολείο, Όλυμπος, Κάρπαθος, 1964
Κόρη το μαξελάρι σου
Κόρη το μαξελάρι σου, το μεσονύχτικό σου
μου το ‘στειλες να κοιμηθώ και να τ’ ανερωτήξω.
-Πε μου μαξελαράκι μου αν μ’ αγαπά, η κυρά σου.
-Αφέντη ωσάν σου θυμηθεί δυο ωρές το μεσονύχτι…
το πάπλωμ’ αγκαλιάζεται το μαξελάρι σφίγγει,
και το Θεό παρακαλεί ταιρί της να σε κάμει!
Του Φευγού (της Νύχτας)
Τ(ί)α μου το παίζεις “του Φευγού”; να φύγεις δε σ’ αφήνω..
ογιά* ως τα ξημερώματα θα κά(θ)ομαι να πίνω!
ογιά: εδώ
Ερηνάκι
Όσες χιλιάδες μέλισσες μου ‘κάμα να ψοφίσου,
τόσες χιλιάδες μπαλωθιές στα στήθη τω να σβήσου.
Μαντινάδα αγανακτισμένου Καρπάθιου, την περίοδο της Κατοχής, προς τους Ιταλούς που κατέστρεψαν τα μελίσσια του,
για να κάνουν πολυβολείο στον χώρο εκείνον.
Tό όνομά του ο συγκεκριμένος σκοπός το παίρνει προφανώς απ’ το τσάκισμα, “Έρη- Ερηνάκι μου” αλλά μπορεί επίσης,
ο τραγουδιστής να πει “βάστα χαϊδεμένο μου” και άλλα.
Του Διαόλου
Γιατί καρδιά μου δεν γερνάς, όπως γερνά το σώμα,
μόνο θαρρείς κ’ είσαι καρδιά μικρού παιδιού ακόμα.
Ψηλό κυπαρισσάκι μου, ψιλόλιγνη μου βέργα,
μες την καρδιά μου σ’ έκλεισα κι αν ημπορέσεις έβγα.
Ζερβός Χορός
Σουφράν’ από Τσιρύγο και Κάβο Ματαμπά
καράβι κινδυνεύει μες τα βαθιά νερά
κι ο νιος απού τ’ ορίζει κι απού το κυβερνά
δε κλαίει το καράβι μή(τ)ε τη σιρμαγιά
μόνο το ναυτολόι ‘που ‘το καλά παιδιά.
Κλαίει και τη γυναίκα του τη ροδοσταμνιά,
απού την είχε μήνες μόνο δεκαεννιά.
Ερήνη, κυρα Ρήνη, όμορφο κορμί…
Ποιός θε να σε φιλήσει τη βαθιάν αυγή;
Σουφράνο: προς την εκτιθεμένη στον άνεμο περιοχή του τόπου ή του πλοίου
Σιρμαγιά: εμπόρευμα αλλά και χρηματικό κεφάλαιο
Κάρπαθος
Ο θρύλος του νησιού αναφέρει ότι επειδή οι πρώτοι κάτοικοι αγαπούσαν υπερβολικά τον τόπο τους, έκλεψαν τους Ολύμπιους θεούς και τους έφεραν εδώ. Για την πράξη αυτή, ονομάστηκαν Αρπάθεοι. Αργότερα μετατράπηκε σε Καρπάθεοι και τέλος σε Καρπάθιοι οπότε και η Κάρπαθος. Ο Όμηρος την ονομάζει Κράπαθο, σύμφωνα με αναφορά στα Γεωγραφικά του Στράβωνα.
Άλλα αρχαία ονόματα του νησιού είναι Τετράπολις, Ανεμόεσσα και Ανεμούσα.
Τον 7ο αιώνα μ.Χ. λόγω των πειρατικών επιδρομών, κυρίως Σαρακηνών πειρατών, οι κάτοικοι των αρχαίων πόλεων εγκατέλειψαν τις αρχικές τους εστίες και αναζήτησαν καταφύγιο σε ορεινότερα και πιο δυσπρόσιτα σημεία του νησιού με αποτέλεσμα να ιδρύσουν την Όλυμπο. Η Όλυμπος παρέμεινε απομονωμένη από την υπόλοιπη Κάρπαθο με αποτέλεσμα να αναπτύξει ξεχωριστή παράδοση.
Η κατά τον Όμηρο «Κράπαθος» αρχικά αναφέρεται ότι βρισκόταν υπό Μινωική επιρροή και αργότερα υπήρξε μέλος της Αθηναϊκής συμμαχίας μέχρι το 400 π.Χ., που κατακτήθηκε από τους Ρόδιους.
Μεταγενέστερα, πέρασε διαδοχικά στα χέρια των Ρωμαίων και των Βυζαντινών, των Γενοβέζων (Ανδρέα και Λουδοβίκο Μορέσκο), των Ενετών (οικογένεια Κορνάρο) και των Οθωμανών Τούρκων. Το Μεσαίωνα, το νησί ονομαζόταν Σκαρπάντο (Scarpanto).
Το 1913, παραχωρήθηκε στους Ιταλούς. Η ελευθερία ήρθε νωρίτερα από τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα, όταν στις 5 Οκτωβρίου 1944, με πρωτοστάτες τους κατοίκους των Μενετών, ξεκίνησε η επανάσταση και οι Ιταλοί εκδιώχθηκαν από το νησί.
Στα βόρεια του νησιού εκτείνεται η ακατοίκητη νησίδα Σαρία, με την οποία η Κάρπαθος παλαιότερα ήταν ενωμένη.